Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ


Το χωριό μας ονομάζεται Ριζό. Πολλοί πρόσφυγες από τον Πόντο μας είπαν σε συνεντεύξεις που τους πήραμε πως υπάρχουν τρεις εκδοχές για την ονομασία του.
Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή το Ριζό πήρε το όνομά του, επειδή βρίσκεται στις «ρίζες» του Βερμίου.
Η δεύτερη εκδοχή είναι πως ονομάστηκε έτσι, επειδή παλιότερα υπήρχαν στο χωριό μας φυτείες ρυζιού.
Η τρίτη εκδοχή είναι ότι στον Πόντο υπήρχε ένα χωριό που το ‘λεγαν Ρίζοβο και, επειδή ήρθαν από κει πρόσφυγες εδώ, ονόμασαν έτσι το χωριό μας.
Όταν ήρθαν οι πρώτοι πρόσφυγες, υπήρχαν 3 οικογένειες ντόπιων και 50 οικογένειες ήταν πρόσφυγες. Ήτανε κουρασμένοι από το ταξίδι, δεν είχαν σπίτια ούτε φαγητό για να φάνε. Οι ντόπιοι τους υποδέχτηκαν θερμά και τους έβαλαν να μείνουν στα σπίτια που έμεναν πριν Τούρκοι, τους έδωσαν και σιτάρι να το καλλιεργήσουν. Εκείνα τα χρόνια το σιτάρι το καλλιεργούσαν όπου ήθελαν, γιατί δεν είχαν μοιραστεί ακόμα τα χωράφια.
Μόλις μπόρεσαν να πάρουν κάποια λεφτά, άρχισε ο καθένας να φτιάχνει το δικό του σπίτι με φτωχά υλικά. Οι άνθρωποι πήγαιναν στους βάλτους, έπαιρναν χόρτα που τα ‘λεγαν τσούλια, τα ‘δεναν κι έφτιαχναν σκεπές για τα σπίτια τους, γιατί τότε δεν έβρισκες εύκολα κεραμίδια. Επειδή πήγαιναν στους βάλτους, κολλούσαν ελονοσία. Τότε δεν υπήρχαν φάρμακα, για να την καταπολεμήσουν. Γίνονταν καλά μόνο με γιατροσόφια. Τους πασάλειβαν με γιαούρτι και σκόρδο, τους έβαζαν στο βούρκο ή σε παγωμένο νερό στο πηγάδι «μπλαμ πηγάδ» που βρίσκεται πίσω από το συνεταιρισμό. Μερικοί είχαν πεθάνει απ’ την ελονοσία.
Οι άνθρωποι ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και με την κτηνοτροφία. Ο καθένας έπαιρνε όσα στρέμματα ήθελε και τα καλλιεργούσε. Η βορειοδυτική περιοχή ήταν η μόνη που είχε νερό, γι’ αυτό και υπήρχαν καλλιέργειες ρυζιού. Το υπόλοιπο χωριό δεν είχε (δεν υπήρχαν αρδευτικά έργα ή γεωτρήσεις) και γι’ αυτό εκεί καλλιεργούσαν σιτάρια, σουσάμι, λίγα βαμβάκια και καλαμπόκια. Για τις καλλιέργειες βαμβακιού και καλαμποκιού έπαιρναν νερό από το νερόμυλο που υπήρχε πάνω στο ποτάμι στην άκρη του χωριού.
Πολλοί κάτοικοι ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία. Εξέτρεφαν πρόβατα, βόδια, κατσίκια και αγελάδες. Τα πήγαιναν μακριά για βοσκή. Το βράδυ στην επιστροφή τους χρησιμοποιούσαν φαναράκια, γιατί τα έβοσκαν μέχρι αργά, πολλές φορές και μέχρι τα μεσάνυχτα.
Το ποτάμι την εποχή εκείνη είχε πολλά νερά και πολλά πλατάνια όπου έφτιαχναν τις φωλιές τους πολλοί πελαργοί. Στο ποτάμι δεν υπήρχαν γέφυρες, για να περάσουν. Έβαζαν μεγάλες πέτρες και περνούσαν πάνω από αυτές.
Δεν υπήρχαν δρόμοι ούτε αυτοκίνητα. Τον πρώτο πλακόστρωτο δρόμο τον έφτιαξαν οι Γάλλοι. Όταν έβρεχε, ο δρόμος γινόταν βούρκος. Για να περάσεις από κει όταν έβρεχε, έπρεπε να κρατάς ένα μπαστούνι και, αν ήσουν με κάρο έπρεπε να πας απ’ το βουναλάκι στην περιοχή Κελ, γιατί αλλιώς υπήρχε κίνδυνος να βουλιάξεις.
Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο (1949) ξεκίνησαν στη βορειοδυτική περιοχή αποξηραντικά και αποστραγγιστικά έργα. Έπαψε σ’ αυτή την περιοχή η καλλιέργεια ρυζιού και έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα δέντρα (μηλιές). Επίσης, με την αποξήρανση μειώθηκαν τα κρούσματα ελονοσίας, που παλιότερα ήταν πάρα πολλά, γιατί υπήρχαν πολλά κουνούπια. Άρχισαν να γίνονται αρδευτικά έργα και αργότερα γεωτρήσεις και έτσι υπήρχε νερό για όλα τα κτήματα. Από το 1955 και στα υπόλοιπα κτήματα άρχισε η καλλιέργεια καρποφόρων δέντρων. Μετά το 1960 άρχισε η συστηματική καλλιέργεια των ροδάκινων που είναι η βασική καλλιέργεια σήμερα.
Στο ποτάμι, με το πέρασμα του χρόνου, φτιάχτηκαν γέφυρες, ο νερόμυλος γκρεμίστηκε και οι κάτοικοι του χωριού έκοψαν τα πλατάνια. Το 1952 ήρθε το ηλεκτρικό ρεύμα. Σιγά σιγά άρχισαν να φτιάχνονται δρόμοι και το 1967 – 68 έκανα την εμφάνισή τους τα πρώτα αυτοκίνητα.
Άρχισαν να κτίζονται καινούργια σπίτια, πιο σύγχρονα, και το χωριό άρχισε να επεκτείνεται. Λίγα σπίτια έχουν τώρα στάβλους και ζώα. Οι κάτοικοι έπαψαν πια να ασχολούνται με την κτηνοτροφία, εκτός από λίγες εξαιρέσεις.


Ηλιάδης Κώστας, Παυλίδης Βασίλης,
Σεμερτζίδης Παναγιώτης, Χαραλαμπίδης Γιάννης (ΣΤ΄ Τάξη)


 

 

Προηγούμενη Σελίδα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ   Επόμενη Σελίδα

Επιστροφή στη σελίδα Εργασίες

 

Web Design  by Κιοσσές Γιώργος