Ας μεταφερθούμε μερικούς αιώνες
πριν, στο 1452 μ.Χ.
Ο Μωάμεθ ο Β΄, αφού στέφτηκε
σουλτάνος, αποφάσισε να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη.
Συγκέντρωσε λοιπόν στρατό, έφτιαξε όπλα, έχτισε ένα φρούριο
απέναντι από την Πόλη και άρχισε τις επιθέσεις εναντίον της.
Επειδή ο Κωνσταντίνος
Παλαιολόγος κατάλαβε το σχέδιο του σουλτάνου, έψαχνε να βρει
οικοδόμους, τεχνίτες και εργάτες, για την επισκευή του
τείχους.
Το
1453 μ. Χ. ο Τούρκικος στρατός βάδισε προς την
Κωνσταντινούπολη. Ο στρατός ήταν τόσο μεγάλος (207.700), που
ο αυτοκράτορας διέταξε να γραφτούν σε έναν κατάλογο όλοι οι
άντρες που μπορούσαν να πιάσουν όπλο στο χέρι τους. Αφού
συμπληρώθηκαν οι κατάλογοι, ο στρατός ήταν 6.973 στρατιώτες.
Τότε ο Κωνσταντίνος οργάνωσε την άμυνα της πόλης.
Ο σουλτάνος έδωσε διαταγή για
την κατασκευή ενός μεγάλου κανονιού, που θα μπορούσε να
καταστρέψει τα τείχη της πόλης. Όταν το έμαθε ο Ούγγρος
Ουρβανός, πήγε και παρουσιάστηκε στο σουλτάνο, για να
προσφέρει τις υπηρεσίες του, επειδή ο αυτοκράτορας
Παλαιολόγος δεν μπορούσε να τον πληρώσει.
Στις 18 Απριλίου 1453 έγινε η
πρώτη επίθεση εναντίων της Πόλης. Έγιναν μεγάλες καταστροφές
στα τείχη, πολλοί πολεμιστές του Βυζαντίου πέθαναν και
γενικώς η άμυνα της Πόλης καταστράφηκε. Όμως οι Βυζαντινοί
συνέχισαν να πολεμούν, όχι για να φανούν ήρωες, αλλά επειδή
ήταν γενναίοι.
Επειδή ο Μωάμεθ ήθελε να πάρει
την Κωνσταντινούπολη, ο μόνος δρόμος ήταν ο Κεράτιος Κόλπος.
Για κακή του τύχη, όμως, ήταν φραγμένος με μια τεράστια
αλυσίδα. Έτσι σκέφτηκε να περάσει τα πλοία του μέσα στον
κόλπο με ένα φοβερό τέχνασμα. Τα πέρασε από τη στεριά. Πάνω
σε ξύλα άλειψε λίπος ζώων, για να γλιστράνε τα καράβια, και
έβαλε τους άντρες του να τα τραβήξουν από το Βόσπορο στον
Κεράτιο Κόλπο.
Καθώς πέρασε ο Μωάμεθ στον
κόλπο, ήθελε να κάνει μια συνθήκη με τον Παλαιολόγο. Του
είπε πως, αν του παραδώσει την Πόλη, δε θα πειράξει το λαό
του. Όμως η απάντηση του Κωνσταντίνου ήταν αρνητική. Τότε ο
Μωάμεθ οργίστηκε και έδωσε στις 25 και 26 Μαΐου του 1453 το
σύνθημα για την τελική επίθεση.
Στις 29 Μαΐου έγινε η τελική
μάχη. Επειδή ο στρατός είχε εξασθενήσει, ο Παλαιολόγος
πολέμησε ηρωικά μέχρι θανάτου, ενώ ο Ιωάννης ο Ιουστινιάνης,
που ήταν αρχηγός της άμυνας, εγκατέλειψε τη μάχη λόγω
τραυματισμού.
Έτσι η άμυνα της Πόλης
αδυνάτισε, και επειδή οι Τούρκοι βρήκαν την Κερκόπορτα, μια
μικρή πύλη, ανοιχτή, την κυρίεψαν. Από τότε η
Κωνσταντινούπολη ονομάστηκε Ισταμπούλ – Σταμπούλ από τη
φράση «εις την Πόλη».
Γιαπράκης Πρόδρομος, Παναούση Κατερίνα (Ε΄ Τάξη)
Παπαδοπούλου Ελένη, Σεμερτζίδου Θεοδώρα (ΣΤ΄ Τάξη)
ΖΩΓΡΑΦΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ
ΜΙΧΑΗΛ ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΟΥΟΝΑΡΟΤΤΙ
Μεγάλος
γλύπτης, ζωγράφος και αρχιτέκτονας, ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης
της Ιταλίας στην Αναγέννηση. Γεννήθηκε στο Καπρέζε της
Φλωρεντίας το 1475. Aπό μικρός έδειχνε μεγάλη κλίση στο σχέδιο
και σε ηλικία 13 χρονών άρχισε να σπουδάζει ζωγραφική και
γλυπτική. Στο περιβάλλον των Μεδίκων όπου μεγάλωνε, γνώρισε
τον αρχαίο κόσμο κι αγάπησε με πάθος την κλασική τέχνη.
Από την αρχαία ελληνική
μυθολογία, από την Παλαιά και την Καινή διαθήκη άντλησε όλα
του τα θέματα.
Από τα πρώτα του έργα ξεχωρίζουν
τα γλυπτά: «Η μάχη των Κενταύρων», «Ο Απόλλωνας και ο Μαρσύας»,
«Ο μέθυσος Βάκχος», «Ο Δαβίδ», «Η Παναγία». Μεγάλης πνοής
είναι επίσης: «Ο Μωυσής», οι δύο «Σκλάβοι» και ο πίνακας:
«Αγία Οικογένεια». Το 1508 άρχισε να διακοσμεί το Σίξτειο
παρεκκλήσιο (την Καπέλα Σιξτίνα) του Βατικανού. Τέσσερα
ολόκληρα χρόνια εργάστηκε εκεί. Από το χρωστήρα του βγήκαν
έργα καταπληκτικά όπως: «Ο Θεός δημιουργεί τον κόσμο», άλλες
σκηνές από τη δημιουργία του κόσμου, δώδεκα τεράστιες
προσωπογραφίες με προφήτες («Δανιήλ», «Ησαΐας», «Ιεζεκιήλ»,
«Ιερεμίας», «Ιωνάς», «Ιωήλ», «Ζαχαρίας») και Σίβυλλες («Λυβική»,
«Περσική», « Κυμαία», «Δελφική», «Ερυθραία») και άλλες
τοιχογραφίες, όλες με μορφές γιγαντιαίες, υπεράνθρωπες, με
άφθαστη εκφραστικότητα, με καταπληκτικό μεγαλείο. Από τη
δουλειά αυτή, που απαιτούσε πνευματική, ψυχική και σωματική
υπερένταση, ο Μιχαήλ Άγγελος βγήκε ως καλλιτέχνης θριαμβευτής,
αλλά ως άνθρωπος σωματικά συντετριμμένος, με χαλασμένη την
όραση. Εξακολούθησε όμως να εργάζεται εντατικά. Διακόσμησε τον
τάφο του Λαυρέντιου των Μεδίκων με τέσσερα θαυμάσια γλυπτά
(«Αυγή», «Ημέρα», «Βράδυ», «Νύχτα»). Το 1535 ζωγράφισε στη
Σιξτίνα τη «Δευτέρα Παρουσία», έργο που αποπνέει γιγάντια
δύναμη. Στο Μιχαήλ Άγγελο οφείλεται και το αρχιτεκτονικό
αριστούργημα και η διακόσμηση του ναού του Αγίου Πέτρου στη
Ρώμη, της μεγαλύτερης χριστιανικής εκκλησίας. Το έργο του
είναι τεράστιο σε έκταση, άφθαστο σε δύναμη έκφρασης. Πέθανε
σε ηλικία 89 χρονών.
Ταταρίδου Μιλένα (Ε΄ Τάξη)
ΔΟΜΙΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ
Κορυφαίος Έλληνας ζωγράφος της
Αναγέννησης, ένας από τους μεγαλύτερους του κόσμου, γνωστός
και ως «Ελ Γκρέκο», που θα πει ο Έλληνας.
Γεννήθηκε στο Φόδελε Ηρακλείου
Κρήτης το 1541, σπούδασε στο μετόχι της Μονής Σινά (Αγία
Αικατερίνη), που είναι σήμερα μουσείο, και κράτησε άσβηστη από
τότε την πνευματικότητα της βυζαντινής ζωγραφικής. Ταξίδεψε
ύστερα στην Ιταλία και είκοσι χρονών ήταν στη Βενετία, μαθητής
του περίφημου Τισιάνου.
Μαθήτεψε επίσης κοντά στους
Μπασσάνο και Τιντορέτο. Από τις εικόνες, που ζωγράφισε τότε,
ονομαστές είναι η «Θεραπεία του τυφλού» και η «Εκδίωξη των
εμπόρων από το ναό». Το 1570 βρίσκεται στη Ρώμη ονομαστός πια
ζωγράφος. Είχε τόση αυτοπεποίθηση στο έργο του, που είπε
κάποτε πως, αν καταστρέφονταν οι τοιχογραφίες της Καπέλα
Σιξτίνα του Βατικανού, που είχε ζωγραφίσει ο Μιχαήλ Άγγελος,
θα μπορούσε αυτός να τις κάμει καλύτερες.
Ο Θεοτοκόπουλος πήγε ύστερα στην
Ισπανία. Το 1577 βρισκόταν κιόλας στο Τολέδο, όπου η τέχνη του
έφτασε στο κατακόρυφο της ακμής του. Για τριάντα χρόνια τον
θεωρούσαν ως τον ανώτερο ζωγράφο της Ισπανίας. Μα εκείνος
υπέγραφε πάντα τους πίνακές του ως «ο Κρης» (Κρητικός). Είχε
διακοσμήσει με πίνακες το ναό του Αγίου Δομίνικου, το ανάκτορο
του Εσκοριάλ, τη μητρόπολη του Τολέδου κ.ά.
Απαλλαγμένος από τις ιταλικές
επιδράσεις, με μόνο οδηγό του το απαράμιλλο τάλαντό του και τη
βυζαντινή του κληρονομιά, δημιούργησε τα μεγάλα αριστουργήματά
του, τις περίφημες προσωπογραφίες του: την «Ταφή του κόμη
Οργκάθ», την «Ανάληψη της Θεοτόκου», την «Αγία Τριάδα», την
«Ανάσταση του Σωτήρα», το «Μαρτύριο του Χριστού», το «Θύελλα
πάνω από το Τολέδο» και τόσα άλλα. Τα έργα του, που
χαρακτηρίζονται από την τόλμη της φαντασίας και την ελευθερία
και αρμονία στη σύνθεση, έχουν μιαν απαράμιλλη πνευματικότητα.
Οι αποπνευματοποιημένες μορφές μοιάζουν μεταρσιωμένες
(εξυψωμένες) σαν λυτρωμένες από τα εγκόσμια.
Ο Ελ Γκρέκο, ο Κρητικός Δομίνικος
Θεοτοκόπουλος, αναγνωρίζεται σήμερα από όλο τον κόσμο. Όλα τα
μεγάλα μουσεία έχουν πίνακές του σε περίφημη θέση, μα και οι
ιδιώτες πληρώνουν πανάκριβα, για να στολίζουν τις συλλογές
τους με «Θεοτοκόπουλο». Ο μεγάλος ζωγράφος θαυμάζεται πολύ και
στον τόπο μας. Πίνακές του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη και
στο Μουσείο Μπενάκη. Στο Ηράκλειο έδωσαν το όνομά του σε
κεντρική πλατεία, όπου έστησαν και την προτομή του. Και στο
Φόδελε, στο σπίτι όπου γεννήθηκε, ένα ισπανικό πανεπιστήμιο
έχει εντοιχίσει αναμνηστική πλάκα. Πέθανε στο Τολέδο το 1614.
Ηλιάδης Κώστας (ΣΤ΄ Τάξη)