Μάρτιος 2007

Αρ. Φύλλου 90

Έτος 11ο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Το μοιρολόι της Παναγίας

Από τη γιορτή, για την 25η Μαρτίου

Ήρωες της Επανάστασης του 1821 από τη Μακεδονία

Επίσκεψη στο Δημοτικό Θέατρο Βέροιας - Συνέντευξη από έναν ηθοποιό

2 Απριλίου, Παγκόσμια ημέρα βιβλίου

Γνωριμία με τις θρησκείες – Ιουδαϊσμός

Μια χώρα, μια κουζίνα - Ισπανία

Ρομπότ - Ανακυκλώστε τις μπαταρίες σας

10 χρυσοί κανόνες για το κράνος – Γιατί το λέμε;

Διασκεδάστε μαθαίνοντας

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

 

 

 

 

 

ΤΟ ΜΟΙΡΟΛΟΓΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ


 

Ο Κύριος ήθέλησε να μπει σε περιβόλι,

να λάβει Δείπνο Μυστικό, για να τον λάβουν όλοι.

 

Κι η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,

την προσευχή της έκανε για το μονογενή της.

 

κι εκεί που προσευχότανε κι έκανε τις μετάνοιες,

φωνή της ήρθε εξ ουρανού κι απ’ Αρχαγγέλου στόμα:

 

-         Φτάνουν, Κυρά, οι προσευχές! Φτάνουν και οι μετάνοιες!

Το Γιο σου τον επιάσανε, στη φυλακή τον πάνε.

 

Σαν κλέφτη τον επιάσανε και σαν ληστή τον πάνε

και στου Πιλάτου τα σκαλιά, εκεί τον τυραννάνε.

 

Η Παναγιά, σαν τ’ άκουσε, έπεσε και λιγώθει.

Πάει η Μάρθα, η Μαγδαληνή και του Προδρόμου η μάνα

 

και του Ιακώβου η αδερφή κι οι τέσσερις αντάμα.

Σταμνί νερό της ρίξανε, τρία καντάρια μόσχο

 

και τρία μυροδόσταμο, για να ‘ρθει ο λογισμός της.

Και σαν της ήρθε ο λογισμός και σαν της ήρθε ο νους της,

 

παίρνουν το δρόμο, το δρομί, στρατί το μονοπάτι.

Το μονοπάτι τους έβγαλε εις του χαλκιά την πόρτα.

 

-         Ώρα καλή σου, μάστορα! Τι είναι αυτά, που φτιάχνεις;

-         Τρία καρφιά παράγγειλαν οι φίλοι μου οι Ρωμαίοι

 

μα γω για το χατίρι τους πέντε θε να τους φτιάξω.

Να βάλουν δυο στα χέρια του και τ’ άλλα δυο στα πόδια,

 

το τρίτο, το φαρμακερό μέσα στα σωθικά του,

να τρέξει αίμα και νερό, να λιγωθεί η καρδιά του.

 

Παίρνουν το δρόμο, το δρομί, στρατί το μονοπάτι.

Κοιτούν δεξιά, κοιτούν ζερβά, κανένα δε γνωρίζουν,

 

κοιτούν και δεξιότερα, βλέπουν τον Αϊ – Γιάννη.

-         Αϊ μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστά του γιου μου,

-          

μην είδες το παιδάκι μου και σε το δάσκαλό σου;

-         Δεν έχω στόμα να σου πω, στόμα να σου μιλήσω.

 

Δεν έχω χέρι πάλαμο, για να σου τον εδείξω.

-         Έχεις και στόμα να μου πεις, στόμα να μου μιλήσεις.

 

Έχεις και χέρι πάλαμο, για να μου τον εδείξεις.

- Βλέπεις εκείνο το γυμνό, τον παραπονεμένο,

 

 

όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο;

Βλέπεις εκείνο το γυμνό τον ανεμομαλλιάρη,

 

όπου φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι;

Εκείνος είναι ο γιόκας σου κι εμένα ο δάσκαλός μου.

 

Η Παναγιά πλησίασε γλυκά και του μιλούσε:

- Γιε μου, που σ’ έχω μοναχό και μοναχό κλωνάρι,

 

τώρα σε βλέπω στο σταυρό μ’ αγκάθινο στεφάνι!

Πού ‘ναι γκρεμός να γκρεμιστώ, φωτιά να πάω να πέσω!

 

Πού ‘ναι μαχαίρι δίκοπο, να δώσω στην καρδιά μου!

Δε μου μιλάς, παιδάκι μου, δε μου μιλάς παιδί μου!

 

-         Σύρε, μάνα, στο σπίτι σου, κάνε την προσευχή σου

και το Μεγάλο Σάββατο καρτέρα το παιδί σου.

 

Βάλε κρασί μες στο γυαλί κι αφράτο παξιμάδι

και δείξε την υπομονή, για να την κάνουν κι άλλοι.

 

Δημοτικό τραγούδι


 

 

 

 

Την σελίδα αυτή σχεδίασε ο Κιοσσές Γιώργος