Φεβρουάριος  2006

Αρ. Φύλλου 82

Έτος 10ο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Παρακολουθώντας τη θεατρική παράσταση «Σταχτοπούτα»

Χιόνια! Τα σχολεία έκλεισαν για αρκετές μέρες! Τι χαρά!

Οι δραστηριότητες του νηπιαγωγείου – Αν ήμουν ήρωας ή ηρωίδα από κάποιο παραμύθι ποιος ή ποια θα ήθελα να είμαι και γιατί;

Το ψωμί στη Χριστιανική Θρησκεία

Η γρίπη των πτηνών

Οδηγίες για τους μαθητές

Μέτρα από τη Διεύθυνση Κτηνιατρικής της Νομαρχίας Πέλλας – Δωρεάν Η/Υ σε αριστούχους του Νομού μας

Γιατί το λέμε; - Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ

Ο Όμηρος – Ο Ησίοδος

 Διασκεδάστε μαθαίνοντας

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

 

 

 

 

ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΛΕΜΕ;

«Άρτον και θεάματα»

Είναι μια φράση που την είπε ο καίσαρας: «PANEM ET GIRCENSES», όταν  οι Ρωμαίοι κατηγόρησαν τον Καίσαρα ότι: «μάζεψε το μεγαλύτερο μέρος αυτών των χρημάτων με άδικα μέσα και ότι το κατασπατάλησε».

Η σπατάλη αυτή αναφέρεται στις γιορτές που θα γινόντουσαν για τους τέσσερις θριάμβους: «EX GALLIA, EX PONTO, EX AFRICA, EX EGYPTO». Οι μυθικές αυτές δαπάνες έκαναν μεγάλη κατάπληξη. Ο Δίωνας Κάσιος αναφέρει: «Βίαιες αντιδράσεις ξεσηκώθηκαν κατά του Καίσαρα που τον κατηγορούσαν…». Η απάντηση του Καίσαρα, σύμφωνα με μια εκδοχή ήταν πως: «ο λαός θέλει άρτον και θεάματα», δόγμα αργότερα που το εφάρμοσαν διάφοροι, κατά καιρούς, πολιτικοί. 

Κατ’ άλλους: φράση του διάσημου Ρωμαίου ποιητή Ιουβενάλη (SATIRES, X, 81) που καυτηρίαζε με τις σάτιρές του τον ακόλαστο βίο και την παρακμή των Ρωμαίων της εποχής του (50 – 130 μ.Χ.), καθώς και την ασυδοσία αυτών που κυβερνούσανε. Τη χρησιμοποιούν, συνήθως, οι ιθύνοντες, που θέλουν να αποτρέψουν την προσοχή, του εξαθλιωμένου πολιτικά λαού από την κακή κατάσταση των πραγμάτων της πολιτείας, προσφέροντας σ’ αυτούς ασήμαντα μέσα: «άρτον και θεάματα» δωρεάν.

*       *       *

«Θα πούμε το ψωμί ψωμάκι»

Μόνο ένας πόλεμος θα μας άφηνε μια τέτοια φράση. Πράγματι, κατά την εποχή του Κριμαϊκού πολέμου, η Ελλάδα είχε αποκλεισθεί από τους συμμάχους και δεν είχε ούτε αυτό το ψωμί. Όταν, λοιπόν, έβλεπαν ότι κρατάει ο αποκλεισμός, έλεγαν οι κάτοικοι: «Θα πούμε το ψωμί ψωμάκι». Και από τότε η φράση αυτή έμεινε παροιμιακή.


 

(Από το βιβλίο του Τάκη Νατσούλη «Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις»)

Σαββίδης Νίκος, Σιδηρόπουλος Στράτος,

Φωτιάδης Σωτήρης, Φωτιάς Κώστας (Ε΄ Τάξη)

 

ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ

Φέτος συμπληρώνονται 250 χρόνια από τη γέννηση το μεγάλου Αυστριακού μουσικού Αμαντέους Μότσαρτ. Σ’ όλο τον κόσμο γίνονται διάφορες εκδηλώσεις προς τιμήν του. Ας γνωρίσουμε λίγα πράγματα για τη ζωή του.

Γεννήθηκε το 1756 στο Σάλτσμπουργκ και τεσσάρων χρονών άρχισε να μαθαίνει μουσική και να παίζει κλαβικύμβαλο, όπως ονομαζόταν το πιάνο εκείνης της εποχής. Σ’ αυτό συνέβαλε σημαντικά και το γεγονός ότι ο πατέρας του Λεοπόλδος ήταν επίσης μουσικός. Ο Μότσαρτ συνέθεσε τα πρώτα του μουσικά κομμάτια το 1762 (σε ηλικία 6 ετών) και την ίδια χρονιά παρουσιάστηκε μπροστά στον ηγεμόνα της Βαυαρίας στο Μόναχο, παίζοντας ένα κονσέρτο βιολιού.

Από το 1763 άρχισε μια περιοδεία στην Ευρώπη, μια σειρά από θριαμβευτικές εμφανίσεις στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στην Ολλανδία, στο Μόναχο και αμέσως μετά επέστρεψε στη γενέτειρά του. Είχε ήδη τότε παρουσιάσει σονάτες και τις συμφωνίες του και η φήμη του είχε απλωθεί.

Το 1769 έκανε το πρώτο του ταξίδι σε διάφορες ιταλικές πόλεις και το 1770 παρουσίασε στο Μιλάνο την όπερα του «Μιθριδάτη, βασιλιά του Πόντου», με την οποία γνώρισε νέες επιτυχίες. Το 1771 και 1772 ξαναπήγε στην Ιταλία για να παρουσιάσει την όπερά του «Λούκιος Σύλλας» και το 1772 γύρισε στο Σάλτσμπουργκ, όπου έμεινε μέχρι το 1777, έχοντας τη θέση του πρώτου μουσικού στη αυλή του αρχιεπισκόπου. Οικονομικές δυσκολίες τον ανάγκασαν ωστόσο να φύγει και πάλι από εκεί και να περιπλανηθεί σε διάφορες πόλεις, κάνοντας συναυλίες και δίνοντας μαθήματα μουσικής. Τελευταίος σταθμός αυτής της νέας περιοδείας ήταν το Παρίσι, το οποίο όμως εγκατέλειψε γρήγορα και γύρισε στην πατρίδα του, στο αγαπημένο του Σάλτσμπουργκ, όπου παρουσίασε το 1779 την όπερά του «Θαμώς, βασιλιάς της Αιγύπτου». Λίγο αργότερα, το 1781, παρουσίασε στο Μόναχο την όπερα «Ιδομενέας, βασιλιάς της Κρήτης». Ακολούθησαν τα μεγάλα του έργα «Οι γάμοι του Φίγκαρο», «Ο τιμωρημένος ακόλαστος ή ο Ντον Τζοβάνι», «Ο μαγεμένος αυλός», «Η απαγωγή από το σεράι», το ατέλειωτό του έργο «Ρέκβιεμ» και πολλά άλλα.

Ο Μότσαρτ πέθανε το 1791 στη Βιέννη, ύστερα από μια έντονη αλλά σύντομη ζωή, σε ηλικία μόλις 35 χρονών. Παρά την ολιγόχρονη ζωή του, άφησε ένα πλουσιότατο έργο σε όπερες, κονσέρτα, εκκλησιαστική μουσική, σονάτες κ.ά., χάρη στο οποίο συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο δημιουργικές προσωπικότητες της μουσικής στον ευρωπαϊκό και ευρύτερα το διεθνή χώρο.

Χαραλαμπίδης Λευτέρης (Ε΄ Τάξη)

 

 

Την σελίδα αυτή σχεδίασε ο Κιοσσές Γιώργος