ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ Σ’ ΕΝΑ ΜΥΘΟ ΤΟΥ ΑΙΣΩΠΟΥ


«Η αλεπού και το τσαμπί»
Μια αλεπού, ψόφια της πείνας, είδε τσαμπιά κρεμασμένα σε μια κληματαριά και θέλησε να τα φτάσει, αλλά δεν μπόρεσε. Και, την ώρα που έφευγε, είπε: «Αγουρίδες είναι».
Αίσωπος
* * *
«Η αλεπού και τα βερίκοκα»
Ένα πρωινό μια αλεπού ξεκίνησε, για να πάει στο δάσος να βρει τροφή. Έτσι που περιπλανιόταν στο δάσος, βλέπει μια βερικοκιά και λέει:
- Να ένα νόστιμο πρωινό!
Έτσι λοιπόν, για να τα φτάσει, προσπάθησε να σκαρφαλώσει στη βερικοκιά, αλλά έπεσε. Όμως δεν το έβαλε κάτω. Πήγε και πήρε μία σκάλα, για να τα φτάσει, όμως παραπάτησε και έπεσε. Μετά είπε:
- Θα δεθώ σε ένα μικρό δέντρο και θα πεταχτώ στη βερικοκιά. Έτσι θα μπορέσω να φτάσω τα βερίκοκα και να τα φάω.
Έτσι όπως πετάχτηκε, πιάστηκε το παντελόνι της σ’ ένα κλαδί.
- Βοήθεια! Βοήθεια! Φωνάζει.
Την άκουσε ένας λαγός, αλλά δεν της έδωσε σημασία και έφυγε.
Όταν κατέβηκε η αλεπού από το δέντρο, είπε:
- Αγουρίδες είναι!
(Αν κάτι δεν μπορούμε να το κάνουμε, να λέμε πως δεν μπορούμε και να μην ψάχνουμε δικαιολογίες)
Αντωνιάδου Άννα (ΣΤ΄ Τάξη)
* * *
«Ο λύκος και τα πρόβατα»
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε σ’ ένα ψηλό βουνό ένας βοσκός που είχε 200 πρόβατα. Τα πρόβατα ήταν περήφανα αλλά ανυπεράσπιστα.
Μια νύχτα ο βοσκός άκουσε θόρυβο από το μαντρί, όμως δεν πήγε να δει τι γινόταν. Τα πρόβατα μάλωναν με ένα λύκο που ήταν ψόφιος της πείνας.
- Άφησέ μας! Εμείς δεν είμαστε τροφή για σένα.
- Όταν ένας όμορφος λύκος σαν εμένα πεινάει, δεν τον νοιάζει τι θα φάει.
- Όμορφος λύκος; Που; Ποιος; Αλήθεια;
- Γιατί, διαφωνείτε ότι είμαι «ο τέλειος»;
- Ναι.
Στο μεταξύ τα άλλα πρόβατα φώναζαν:
- Δε θα μας φας, δε θα μας φας, κοντόχοντρε λύκε!
Από τη φασαρία ο βοσκός πήγε να δει τι γινόταν. Ο λύκος όμως πρόλαβε να φύγει και στο δρόμο είπε:
- Δεν πειράζει, μικρά είναι. Ας μεγαλώσουν λίγο ακόμα.!
(Όταν θέλουμε να κάνουμε κάτι αλλά δεν μπορούμε, να λέμε ότι δεν μπορούμε και να μη λέμε ψέματα.)
Σαββίδου Έλλη (ΣΤ΄ Τάξη)
* * *
«Δυο αλεπούδες στα αμπέλια»
Μια φορά ήταν δυο αλεπούδες. Εκεί που περπατούσαν, είδαν ένα κλήμα και η μια ήθελε να φάει λίγα απ’ τα σταφύλια του. Τότε λέει στην άλλη:
- Περίμενε λίγο να φάμε κανένα απ’ αυτά τα ωραία σταφύλια.
Και η άλλη της απάντησε:
- Εγώ δεν πεινάω. Είμαι χορτάτη.
Η αλεπού που πεινούσε προσπαθούσε να πάρει κάποιο τσαμπί και συγχρόνως έλεγε:
- Αν δεν πεινάς, μην τρως, αλλά περίμενε απλώς!
- Καλά, σε περιμένω, όμως κάνε γρήγορα, εντάξει; αποκρίθηκε η άλλη.
Η πρώτη αλεπού προσπαθούσε να φτάσει τα σταφύλια, ενώ η άλλη έριξε έναν υπνάκο. Η πρώτη αλεπού λέει στην άλλη που κοιμόταν:
- Έλα, βοήθα λίγο!
Όμως εκείνη κοιμόταν κι έτσι δεν την άκουσε. Όταν ξύπνησε, της είπε:
- Ακόμα δεν έφαγες; Εγώ κοιμήθηκα, περίμενε να δω… α! μια ολόκληρη ώρα, κι εσύ ακόμα!
Η πρώτη της είπε:
- Πάμε να φύγουμε, γιατί τα σταφύλια είναι έτσι κι αλλιώς άγουρα!
Κι έτσι φύγανε κι οι δυο για τα σπίτια τους.
(Η αλεπού, για να δικαιολογηθεί στη φίλη της, είπε ψέματα πως τα σταφύλια ήταν άγουρα.)
Σελίδου Χαρούλα (ΣΤ΄ Τάξη)
 

 

 

 

Την σελίδα αυτή σχεδίασε ο Κιοσσές Γιώργος