Μάρτιος 2003

Αρ. Φύλλου 59

Έτος 7ο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Το καρναβάλι της Σκύδρας – Το καρναβάλι του Ριζοχωρίου – Το αποκριάτικο πάρτι στο Σχολείο μας

«Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες»

Συνέντευξη από τον πρωταγωνιστή της παράστασης «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες», Μανόλη Σορμαϊνη

Χάρρυ Πότερ – Η κάμαρα με τα μυστικά

Μύθοι του Αισώπου (Γ΄ μέρος) - Θουκυδίδης - Η εκπαίδευση στο Βυζάντιο

Επώνυμα και από πού βγήκαν - Η ζωή του Wakola

Το επάγγελμα που θέλω να ακολουθήσω είναι Προϊστάμενη Χειρουργείου

Παραολυμπιακοί αγώνες 

Γιατί το λέμε - Φωτοσύνθεση

 ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΤΕ ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

 

 

 

 

ΜΥΘΟΙ ΤΟΥ ΑΙΣΩΠΟΥ (Γ΄ ΜΕΡΟΣ)

«Το πάθημα του πελαργού»

Ένας αγρότης έστησε μια μέρα στο χωράφι του δόκανα για να πιάσει κάτι γερανούς που του κατέστρεφαν τα σπαρτά. Στις παγίδες όμως πιάστηκε και ένας πελαργός – που είναι πουλί χρήσιμο στη γεωργία. Νιώθοντας το άμοιρο αυτό πουλί το οικτρό τέλος που το περίμενε, όταν ήρθε και το βρήκε ο αγρότης, άρχισε να τον ικετεύει:

-         Δεν είμ’ αφέντη γερανός εγώ, που να βλάπτω τα σπαρτά σου. Κι αν θες να βεβαιωθείς, καλέ μου άνθρωπε, γι’ αυτό, ρώτα τα διάφορα ερπετά κι αυτά τα φίδια ακόμα που κάθε μέρα κυνηγώ κι εξοντώνω για μεγάλο κέρδος δικό σου.

Μα ο γεωργός δεν τον λυπήθηκε και του μίλησε σκληρά: «αφού, όπως λες, του είπε, είσαι καλός, γιατί πήγες με τους κακούς να σμίξεις; Εγώ μ’ αυτούς σε έπιασα, μ’ αυτούς θα σε χαλάσω!»

(Ο μύθος φανερώνει ότι πρέπει να διαλέγει κανείς τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφεται).

*       *       *

«Το μυρμήγκι»

Το μυρμήγκι, τον παλιό καιρό ήταν άνθρωπος και δούλευε αδιάκοπα στα χωράφια. Δεν του αρκούσαν όμως οι δικοί του κόποι κι ήθελε να κλέβει και τον καρπό των γειτόνων. Ο Δίας αγανάκτησε τότε για την πλεονεξία του και τον έκανε μυρμήγκι. Αυτός όμως, μ’ όλο που άλλαξε μορφή, δεν άλλαξε συνήθειες, κι έτσι ως σήμερα γυρνώντας στα χωράφια μαζεύει τους καρπούς και τους κόπους των άλλων και τους βάζει στην άκρη για τον εαυτό του.

*       *       *

«Ο λύκος και το αρνί»

Μια φορά ένας λύκος κυνηγούσε ένα αρνί, κι εκείνο πήγε και κρύφτηκε σ’ ένα αρχαίο ναό. Ο λύκος το φώναξε να βγει λέγοντάς του:

-         Αν δε βγεις θα σε βρει ο ιερέας και θα σε θυσιάσει στο θεό. Ενώ αν έβγεις, εγώ δε θα σε πειράξω.

-         Είμαι που είμαι χαμένο. Λοιπόν, προτιμώ να γίνω θυσία στο βωμό ενός θεού, παρά να με κατασπαράξει η αφεντιά σου!

(Ο δοξασμένος θάνατος, είναι πάντα προτιμότερος για τον αποφασισμένο άνθρωπο).

*       *       *

«Ο άνθρωπος και η τύχη»

Ένας στρατοκόπος, που είχε πολύ κουραστεί περπατώντας, έπεσε να κοιμηθεί άκρη – άκρη σ’ ένα νεοσκαμμένο πηγάδι χωρίς πεζούλι. Εκεί που κοιμόταν βαθιά, όλο έγερνε και κινδύνευε να πέσει μέσα, όταν τον ξύπνησε μια περαστική γυναίκα και του έδειξε τον κίνδυνο που διέτρεχε. Ο άνθρωπος την ευχαρίστησε θερμά, εκείνη όμως του είπε:

-         Μη μ’ ευχαριστείς, γιατί ό,τι έκανα, για μένα το ‘κανα. Είμαι η Τύχη κι αν έπεφτες μέσα, μ’ εμένα με την τύχη σου θα τα έβαζες, κι όχι με το στραβό σου το κεφάλι που πήγες να κοιμηθείς στον όχτο του πηγαδιού!

(Πόσοι αλήθεια, δεν τα βάζουν με την τύχη, ενώ φταίνε οι ίδιοι!)

*       *       *     

«Τα σαλιγκάρια»

Μια φορά το παιδί ενός γεωργού έψηνε στη χόβολη σαλιγκάρια. Τα σαλιγκάρια, όταν είναι στη φωτιά τσιτσιρίζουν. Ακούγοντάς τα λοιπόν το παιδί, τους φώναξε αγανακτισμένο:

-         Αφιλότιμα ζωντανά, το σπίτι σας καίγεται κι εσείς τραγουδάτε;

(Αυτός ο μύθος λέγεται γι’ ανθρώπους που σε μια σοβαρή περίσταση που πρέπει να δείξουν μυαλό και περισυλλογή, αυτοί το ρίχνουν έξω.)

Παυλίδης Βασίλης (ΣΤ΄ Τάξη), Σελίδου Χαρούλα (Ε΄ Τάξη)

 

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ονομαστός αρχαίος Αθηναίος ιστορικός. Γεννήθηκε το 470 π. Χ. στο δήμο Αλιμούντας της Αθήνας από γονείς ευγενείς και πλούσιους. Ο πατέρας του, ο Όλορος, καταγόταν από τους βασιλιάδες της Θράκης και η μητέρα του, η Ηγησιπύλη, από το γένος του Μιλτιάδη. Η καταγωγή του και τα πλούτη του επιτρέψανε να μορφωθεί κοντά στο ρήτορα Αντιφώντα και στο φιλόσοφο Αναξαγόρα, καθώς και σε πολλούς άλλους μορφωμένους που ζούσαν την εποχή εκείνη στην Αθήνα.

Ο Θουκυδίδης, πάνω στην ακμή της ηλικίας του έζησε τα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου που συνταράξανε την Ελλάδα. Το 430 π. Χ., προσβλήθηκε από το λοιμό, αλλά επέζησε από την επιδημία αυτήν και την περιέγραψε με ακρίβεια στο έργο του. Το 424 π.Χ. εκλέχτηκε στρατηγός τμήματος του αθηναϊκού στόλου, που περιπολούσε στα παράλια της Θράκης. Επειδή δεν κατόρθωσε να υπερασπιστεί την πόλη Αμφίπολη, που την κατέλαβε ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, ο Θουκυδίδης προτίμησε να αυτοεξοριστεί, παρά να δικαστεί με την εσχάτη ποινή, στην Αθήνα. Η εξορία του  Θουκυδίδης κράτησε 20 χρόνια. Στο διάστημα αυτό έμεινε στα κτήματα του, στη Σκαπτή Ύλη, απέναντι από τη Θάσο αλλά κοντά στο βασιλιά της Μακεδονίας Αρχέλαο. Το έργο του έμεινε ατελείωτο εξαιτίας του θανάτου του και το συνέχισαν άλλοι ιστορικοί.

Ο Θουκυδίδης θεωρείται ο μεγαλύτερος ιστορικός, γιατί πρώτος έγραψε αντικειμενικά και έκανε αυστηρή κριτική στις πηγές του έργου του. Σαν κριτικός ιστορικός προσπάθησε να βρει τις πραγματικές αιτίες των πολέμων και των εμφύλιων συγκρούσεων. Όταν πέθανε τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και τοποθετήθηκαν στα «Κιμώνεια Μνήματα».


Φωτιά Αναστασία (Δ΄ Τάξη)

 

Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

Στο Βυζάντιο – όπως και στην αρχαία Ελλάδα – η φοίτηση στο σχολείο ήταν προαιρετική. Τα σχολεία ήταν ιδιωτικά κι έτσι ήταν προνόμιο γι’ αυτούς που ήταν πλούσιοι. Το μεγαλύτερο μέρος του λαού ήταν αναλφάβητοι.

Υπήρχαν δύο κύκλοι σπουδών. Η προπαιδεία και η εγκύκλιος παιδεία.

·           Η προπαιδεία, που αντιστοιχεί στο σημερινό δημοτικό, διαρκούσε 3 ως 4 χρόνια. Τα παιδιά ξεκινούσαν το σχολείο από τα 6 ή τα 8 χρόνια τους και μάθαιναν ανάγνωση, γραφή και αριθμητική.

·           Η εγκύκλιος παιδεία, που αντιστοιχεί στο γυμνάσιο και το λύκειο, διαρκούσε 4 χρόνια και φοιτούσαν μαθητές από τα 12 ή 14 χρόνια τους. Το πρόγραμμα των μαθημάτων χωριζόταν σε δύο κύκλους. Στον πρώτο περιλαμβάνονταν η γραμματική, η ρητορική και η φιλοσοφία (τριτύς) και στο δεύτερο η αριθμητική, η μουσική, η γεωμετρία και η αστρονομία (τετρακτύς).

Τα σχολεία δεν ήταν μεικτά. Άλλωστε ελάχιστες κοπέλες πήγαιναν στο σχολείο. Τα πλούσια παιδιά διδάσκονταν στο σπίτι. Για τα μαθήματα δεν υπήρχε ωρολόγιο πρόγραμμα ούτε και συγκεκριμένη ημερομηνία για την έναρξη των μαθημάτων.

Τα σχολεία των μικρών μαθητών ήταν κοντά σε ναούς, αντίθετα τα σχολεία των μεγαλύτερων μαθητών ήταν κτίρια χτισμένα στο κέντρο της πόλης. Ήταν συνήθως μικρά, συχνά μάλιστα χωρίς παράθυρα, και στις αίθουσες δεν υπήρχαν θρανία. Λίγοι τυχεροί κάθονταν σε ξύλινες, ψηλές καρέκλες, τις αναβάθρες, που ήταν τοποθετημένες η μια δίπλα στην άλλη, ή σε σκίμποδες, δηλαδή σκαμνάκια. Οι περισσότεροι κάθονταν στο πάτωμα.

Οι μαθητές ήταν λίγοι, καθώς και λίγοι ήταν οι γονείς που μπορούσαν να πληρώσουν τα δίδακτρα. Αυτοί πήγαιναν σχολείο με τα καθημερινά τους ρούχα. Για κολατσιό έπαιρναν ψωμί, τυρί ή παστό ψάρι. Η παρακολούθηση των μαθημάτων ήταν υποχρεωτική. Ο δάσκαλος είχε δικαίωμα να βάζει τιμωρίες. Τις περισσότερες φορές, όμως, οι σχέσεις δασκάλου και μαθητή ήταν καλές.

Τα πρώτα γράμματα που μάθαιναν τα παιδιά ήταν συλλαβές και μονοσύλλαβες λέξεις, συνδυασμό φωνηέντων και συμφώνων σε αλφαβητική αλλά και αντίστροφη σειρά (αψ, ψα, αφ, αφ), ολόκληρες λέξεις αλλά και κείμενα που θα ‘πρεπε να μάθουν να τα γράφουν χωρίς λάθη. Αναγνωστικό τους ήταν το Ψαλτήριο και άλλα κείμενα, όπως οι Βίοι των Αγίων και οι μύθοι του Αισώπου.

Τα σύνεργα του σχολείου ήταν τα εξής: το στύλον ή γραφείον για να γράφουν, σχεδάρια στρωμένα με κερί (ξύλινες πινακίδες που πάνω τους έγραφαν), ο πάπυρος, η περγαμηνή, ο κάλαμος (που τον βουτούσαν στο μελάνι και έγραφαν πάνω στον πάπυρο ή την περγαμηνή), το κανίκλειον (μελανοδοχείο) και ο κανόνας (χάρακας). Όλα αυτά τα κουβαλούσαν στο μάρσιπο (τσάντα).

Παναούση Αικατερίνη, Ταταρίδου Μιλένα (Ε΄ Τάξη)

 

 

 

Την σελίδα αυτή σχεδίασε ο Κιοσσές Γιώργος