Το ψωμί στη λογοτεχνία
ΤΟ ΨΩΜΙ
Καλόδεχτο το φόρτωμα, που θα ‘ρθει από το μύλο,
πρωτόσταλτο, προτάλεστο, πρώτη χαρά της σκάφης.
Ζυμώνουν τ’ ανασκουμπωτά της πρωτονύφης χέρια
και πλάθουν τα πρωτόπλαστα ψωμιά με τις παλάμες
μεσ’ στην καλοπελεκητή πινακωτή – προικιό της.
Το φούρνο καίει, τεχνίτισσα στο φούρνο, η γριά κυρούλα
ξανανιωμένη, αφήνοντας τη συντροφιά της ρόκας.
Ω, βραδινό συμμάζεμα στο σπιτικό κατώφλι,
καρτέρεμα ανυπόμονο του πυρωμένου φούρνου!
κι ω μέθυσμα απ’ τη μυρωδιά πρώτου ψωμιού, που αχνίζει
κομμένο από το γέροντα παππού χωρίς μαχαίρι
και μοιρασμένο στα παιδιά, στις νύφες και στ’ αγγόνια!
Και συ, θυσία των ταπεινών στη θεία καλοσύνη,
σημαδεμένο ανάμεσα με του σταυρού τη βούλα,
καλοπλασμένο πρόσφορο, της Εκκλησιάς μεράδι,
που θα κοπείς την Κυριακή μεσ’ στ’ αργυρό αρτοφόρι
και στ’ άγιο δισκοπότηρο με το κρασί θα σμίξεις!
Γεώργιος Δροσίνης
Δροσίνης Γεώργιος: (Αθήνα, 1859 – Αθήνα 1951). Σπούδασε φιλολογία
στην Αθήνα και στη Γερμανία. Υπηρέτησε στο Υπουργείο Παιδείας και το
1926 έγινε ακαδημαϊκός. Το κυριότερο έργο του είναι ποιητικό και
περιλαμβάνει 14 ποιητικές συλλογές.
-
Περιγράψτε εικόνες που υπάρχουν μέσα στο ποίημα.
-
Ποια επίθετα ή μετοχές χρησιμοποιεί ο ποιητής για να χαρακτηρίσει τα
παρακάτω ουσιαστικά:
Αλεύρι:…………………………………………………………………………
Ψωμιά:…………………………………………………………………………
Πινακωτή:……………………………………………………………………..
Φούρνος:……………………………………………………………………….
Γριά:……………………………………………………………………………
Πρόσφορο:……………………………………………………………………..
-
Ποια είναι τα σκεύη που ήταν απαραίτητα για την παρασκευή του ψωμιού
την εποχή που έζησε ο Γεώργιος Δροσίνης;
-
οια ήταν όλη η διαδικασία της παρασκευής του ψωμιού τα παλιότερα
χρόνια;
-
Πώς συνδέεται το ψωμί με την οικογενειακή ζωή;
-
Πώς συνδέεται το ψωμί με τη Θεία Κοινωνία;
-
Τι προτείνετε να κάνουμε για να μάθουμε περισσότερα πράγματα για την
Παρασκευή του ψωμιού στα παλιότερα χρόνια και για τη σύνδεση του
ψωμιού με τη Χριστιανική Θρησκεία;
ΤΟ ΨΩΜΙ
(Ο Μίλτος Σαχτούρης εμπνεύστηκε το ποίημα αυτό από την πείνα της
Κατοχής.)
Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φραντζόλα ζεστό
ψωμί, είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό
ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι
έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω,
όμως και μια μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος, κι αυτή
μ’ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε κομμάτια γνήσιο ουρανό
κι όλοι τώρα τρέχαν σ’ αυτή, λίγοι πήγαιναν στο ψωμί,
όλοι τρέχανε στον μικρόν άγγελο που μοίραζε ουρανό!
Ας μην το κρύβουμε. Διψάμε για ουρανό.
Μίλτος Σαχτούρης
Μίλτος Σαχτούρης: (Ύδρα, 1919 – Αθήνα 2005). Είναι ένας από τους
πιο σημαντικούς αντιπροσώπους της νεοτερικής ποίησης. Έχει εκδώσει
πολλές ποιητικές συλλογές και το 1977 συγκέντρωσε το ποιητικό του έργο
σ’ έναν τόμο με τον τίτλο «Ποιήματα». Του έχει απονεμηθεί το «Κρατικό
βραβείο ποιήσεως». Το ποίημα που διαβάσατε είναι από τη συλλογή
«Μίλτος Σαχτούρης Ποιήματα 1945 – 1971».
-
Ποια πρόσωπα εμφανίζονται στο ποίημα;
-
Τι προσφέρει το καθένα;
-
Τι συμβολίζει το ψωμί; Γιατί διάλεξε αυτό ο ποιητής;
-
Τι συμβολίζει ο ουρανός;
-
Τι από τα δύο φαίνεται να προτιμούν οι περισσότεροι; Γιατί;
-
Από πού «ήρθε» το ζεστό ψωμί; Τι σκέψεις κάνετε γι’ αυτό;
-
Σας φέρνει αυτό στο νου κάτι άλλο;
-
Ποια επίθετα χρησιμοποιεί ο ποιητής για να χαρακτηρίσει το ψωμί και
τι πετυχαίνει μ’ αυτό;
-
Τότε γιατί «όλοι έτρεχαν στη μικρή που μοίραζε ουρανό και λίγοι
πήγαιναν στο ψωμί»;
Από το μυθιστόρημα
ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ
Τη Μαργαρίτα θα ‘ναι τώρα παραπάνω από δυο χρόνια που την έχουν στο σπίτι.
Ήτανε αλήθεια τραγικά τα περιστατικά που τη φέραν κοντά τους, τότε,
τον καιρό της μαύρης πείνας, την πρώτη χρονιά που φτάσανε στον τόπο οι
ξένοι και μας ληστέψανε και τη στερνή μπουκιά από το στόμα.
Κάποιο παγερό πρωινό, το απαίσιο εκείνο χειμώνα, μια σύναξη σταμάτησε τη
Χριστίνα και το Μηνά, καθώς γυρνούσαν στο σπίτι από το γιατρό.
Κάμποσοι διαβάτες είχανε σταθεί σιωπηλοί γύρω από μια κουρελιάρα
μικρούλα, καθισμένη καταγής, πλάι στο ξυλιασμένο κορμί της μάνας της.
ούτε μιλούσε ούτε έκλαιε. Μόνο με το χεράκι έσφιγγε τα κουρέλια που
τυλίγανε το κουφάρι, για να τ’ ασφαλίσει λες, μην της το πάρουν.
Η Χριστίνα έσκυψε και της άφησε λίγα χρήματα στην ποδιά. Η μικρούλα σήκωσε
τα μάτια και τα στύλωσε πάνω της. εκείνο το βλέμμα κατατάραξε τη
Χριστίνα. Ο σφάχτης στη μέση της την έκαμε να νιώθει πιο βαθιά τη
δυστυχία του ορφανού.
Οι περαστικοί χασομερούσανε κάμποσο, άλλαζαν δυο κουβέντες και σκορπίζανε
αδιάφοροι – ήμασταν τόσο μαθημένοι από τέτοια εκείνες τις μέρες.
-
Μαρτύριο! Είναι έτσι δω χάμω από χτες βράδυ… Μα γιατί δεν
ειδοποιούν κανένα; Θα πεθάνει μ’ αυτό το κρύο! ακούστηκε αγαναχτισμένη
μια φωνή από ‘να παράθυρο.
Κάποιος κύριος σοβαρός έσκυψε και τη ρώταγε πολλά και διάφορα. Δεν πήρε
απόκριση. Κάμποσοι αργοσάλεψαν τα κεφάλια περίλυπα. Μόνο μια γριούλα
ζύγωσε κούτσα κούτσα και της έβαλε στο χέρι ένα κομμάτι κόρα κατάξερο
– ένα θησαυρό.
Αλέξανδρος Κοτζιάς
ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΑΚΟΜΑ…
«Το χριστόψωμο» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη
«Η
σταχομαζόστρα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη
«Δυο αφράτες
φραντζόλες» του Βαγγέλης Ιωάννου (παραμύθι)
«Η ιστορία ενός
καλοψημένου τηγανόψωμου» των Π. Κρ. Ασμπγιόρνσεν και Γ. Μόε
(παραμύθι)
|