|
Το Σχολείο Μας
|
Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010
Θερμοηλεκτρικός σταθμός Οι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί λέγονται και ατμοηλεκτρικοί, γιατί εκμεταλλεύονται τη δύναμη του ατμού. Τέτοιοι σταθμοί έχουν έναν ή περισσότερους κεντρικούς λέβητες, στους οποίους καίνε λιγνίτη, πετρέλαιο ή φυσικό αέριο. Η θερμότητα που παράγεται από την καύση βράζει ποσότητες νερού, οι οποίες βρίσκονται σε ένα δίκτυο σωληνώσεων. Έτσι το νερό μετατρέπεται σε ατμό υψηλής πίεσης, ο οποίος θέτει σε κίνηση μια τουρμπίνα (ατμοστρόβιλο). Η τουρμπίνα μεταδίδει την κίνηση σε μια γεννήτρια και έχουμε έτσι παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Έπειτα ο ατμός συμπυκνώνεται και γίνεται έτσι πάλι νερό που οδηγείται ξανά στο λέβητα. ΣΣτην Ελλάδα υπάρχουν μόνο λιγνιτικοί και πετρελαϊκοί σταθμοί, οι οποίοι όμως δίνουν το 92% της ετήσιας παραγωγής της χώρας σε ηλεκτρικό ρεύμα. Το υπόλοιπο 8% παράγεται από υδροηλεκτρικούς σταθμούς. br> Υδροηλεκτρικός σταθμός Η δύναμη της βαρύτητας κινεί το νερό των ποταμών προς τη θάλασσα. Ο υδροηλεκτρικός σταθμός παρεμβάλλεται σ' αυτήν τη ροή και τη χρησιμοποιεί για την περιστροφή στροβίλων. Οι στρόβιλοι συνδέονται με γεννήτριες, οι οποίες μας δίνουν το ηλεκτρικό ρεύμα. Η υδροηλεκτρική παραγωγή δεν μπορεί να βασιστεί σ' έναν ποταμό, ο οποίος την περίοδο των βροχών είναι γεμάτος, αλλά συρρικνώνεται την περίοδο της ξηρασίας. Γι’ αυτό συνήθως χτίζεται ένα φράγμα, το οποίο συγκρατεί το νερό την περίοδο της αφθονίας και το χρησιμοποιεί στην ξηρασία. Το φράγμα σχηματίζει λίμνη, η οποία μπορεί να διαθέσει νερό για άρδευση. Υπάρχει όμως και μια άλλη κατηγορία υδροηλεκτρικών σταθμών, οι οποίοι δεν εκμεταλλεύονται την ενέργεια των υδατοπτώσεων αλλά την ώθηση της παλίρροιας. ΗΗ παραγωγή ηλεκτρισμού με εκμετάλλευση της δύναμης του νερού δεν μολύνει την ατμόσφαιρα, όπως οι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί, και δεν δημιουργεί επικίνδυνα μακρόβια και πυρηνικά απόβλητα, όπως οι πυρηνικοί. Ατμοηλεκτρικός Σταθμός Αμυνταίου – Φιλώτα Θέση σταθμού: Ο ΑΗΣ Αμυνταίου – Φιλώτα είναι εγκατεστημένος στο 12ο χμ. της παλιάς εθνικής οδού Πτολεμαΐδας – Φλώρινας, και σε υψόμετρο 660 μ.Γενικές πληροφορίες:] Ο σταθμός αποτελείται από 2 μονάδες συνολικής ισχύος 600 MW (2 Χ 300 MW). Η πρώτη μονάδα τέθηκε σε λειτουργία τον Ιανουάριο του 1987, και η δεύτερη τον Αύγουστο 1987. Η εγκατάσταση του σταθμού στην περιοχή οφείλεται στην ύπαρξη κοιτασμάτων λιγνίτη, ο οποίος αποτελεί την καύσιμη ύλη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργεια. Για τη λειτουργία του σταθμού απαιτούνται μεγάλες ποσότητες νερού που προέρχονται κατά το μεγαλύτερο μέρος από την τεχνητή λίμνη του φράγματος Πολυφύτου στον Αλιάκμονα και μέσω αντλιοστασίων και δικτύου αγωγών διοχετεύονται στη δεξαμενή αποθήκευσης του Σταθμού χωρητικότητας 10.000 κ.μ. Επίσης ένα ποσοστό των αναγκών σε νερό προέρχεται από γεωτρήσεις περιμετρικά του Ορυχείου Αμυνταίου. Για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας χρειάζεται λιγνίτης και νερό. Τον λιγνίτη τον παίρνουμε με ειδικά μηχανήματα (εκσκαφείς) και σύστημα ταινιόδρομων, και τον αποθέτουμε σε σωρούς με την βοήθεια ειδικών μηχανημάτων [Αποθέτης/ Απολήπτης] στην αυλή λιγνίτη – χωρητικότητας 1.000.000 κ.μ. Από την αυλή ο λιγνίτης με τους Αποθέτες / Απολήπτες και ταινιόδρουμους μεταφέρεται στις εγκαταστάσεις του σταθμού. Το πρώτο στάδιο επεξεργασίας του (θρυμματισμός) γίνεται στον σπαστήρα όπου ο λιγνίτης τεμαχίζεται σε κομμάτια μεγέθους μικρότερου των 40 χιλιοστών. Στην συνέχεια με ταινίες μεταφέρεται στα σιλό (χώρος αποθήκευσης) λιγνίτη. Σε κάθε μονάδα υπάρχουν 8 σιλό λιγνίτη χωρητικότητας 400 κ.μ. απ’ όπου με την βοήθεια τροφοδότη (πλακοταινία) ο λιγνίτης μεταφέρεται στο μύλο άλεσης. Στο μύλο, ο λιγνίτης ξεραίνεται (έχει υγρασία 50 – 55%) με την βοήθεια θερμών καυσαερίων, κονιοποιείται και μέσω του καυστήρα εκτοξεύεται στον χώρο καύσης του λέβητα για να καεί αναπτύσσοντας θερμοκρασία 940ο C περίπου. Σε ονομαστικό φορτίο των μονάδων 300 MW απαιτούνται περίπου580 τόνοι λιγνίτη ανάλογα και με την ποιότητα (θερμογόνο δύναμη του). Από την καύση του λιγνίτη προκύπτουν τα καυσαέρια, όπου περιέχεται η ιπτάμενη τέφρα. Κατά την δίοδο των καυσαερίων από τα ηλεκτροστατικά φίλτρα συγκρατείται η ιπτάμενη τέφρα και συλλέγεται σε σίλο απ’ όπου, αφού διαβραχεί σε ειδικά μηχανήματα (ύγρανες) φορτώνεται σε ταινιόδρομους και αποτίθεται σε χώρους του Ορυχείου. Ο λιγνίτης που καίγεται στην εστία του λέβητα, ατμοποιεί αφαλατωμένο νερό και παράγεται ατμός υπέρθερμος, ο οποίος οδηγείται στον στρόβιλο, που παρασύρει σε περιστροφή τη γεννήτρια και παράγει ηλεκτρικό ρεύμα. Το κύκλωμα του ατμού είναι κλειστό, και ο ατμός αφού αποδώσει έργο στον στρόβιλο συμπυκνώνεται στο κύριο συμπυκνωτή (ψυγείο) και οδηγείται πάλι στον λέβητα για να ξαναγίνει ατμός. Από το έτος 2005 έχει κατασκευαστεί και λειτουργεί το δίκτυο τηλεθέρμανσης, το οποίο τροφοδοτεί με ζεστό νερό, την κεντρική θέρμανση των κατοικιών των Δήμων Αμυνταίου και Φιλώτα. Η τηλεθέρμανση σχεδιάστηκε για να παράγει θερμική ενέργεια 25 MW (θερμικά), με μελλοντική αύξηση στα 40 MW (θερμικά), με απομάστευση ατμού από τους στροβίλους των μονάδων I και II και συμπύκνωση αυτού σε εναλλάκτη. Περιβαλλοντολογικές επιπτώσεις: Η λειτουργία ενός θερμοηλεκτρικού σταθμού επιφέρει ριζικές και σημαντικές μεταβολές στο οικοσύστημα και στο περιβάλλον της περιοχής. Η εξόρυξη του λιγνίτη στον χώρο του Ορυχείου δημιουργεί μορφολογικές ανακατατάξεις στην περιοχή. Η άντληση (για ψύξη) μεγάλων ποσοτήτων νερού από την περιοχή που δημιουργεί μια αλυσίδα προβλημάτων στο οικοσύστημα της περιοχής (πτώση υδροφόρου ορίζοντα ή πτώση στάθμης λίμνης, αλλαγή καλλιεργιών – απασχόλησης κ.λπ.) Η εξάτμιση (από τους πύργους ψύξης) μεγάλων ποσοτήτων νερού στην ατμόσφαιρα δημιουργεί κλιματικές αλλαγές (αύξηση θερμοκρασίας και υγρασίας κ.λπ.) Η εκπομπή CO2 (διοξειδίου του άνθρακα) και οξειδίων του Αζώτου (από την καμινάδα) ενισχύει το φαινόμενο του θερμοκηπίου (το CO2 παγιδεύει την ηλιακή ακτινοβολία στο κατώτερο τμήμα της ατμόσφαιρας και συνεπώς η αύξηση της θερμοκρασίας της).* Τα κατάλοιπα της καύσης (τέφρα) ρυπαίνουν κατά την μεταφορά και απόθεση τους. * Το CO2 είναι υπεύθυνο κατά 55% για το λεγόμενο φαινόμενο του θερμοκηπίου, ενώ με μικρότερα ποσοστά συμμετέχουν οι χλωροφθοράνθρακες (24%), το μεθάνιο (15%), και τα οξείδια του αζώτου (6%). Υδροηλεκτρικός Σταθμός Άγρα Είναι από τους τρεις μεγαλύτερους υδροηλεκτρικούς σταθμούς της Ελλάδας. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Άγρα, από το οποίο πήρε και το όνομα, της επαρχίας της Έδεσσας. Η ισχύς του σταθμού είναι 50.000 κιλοβάτ, ενώ η δυναμικότητα του σταθμού φτάνει το χρόνο τα 60 εκατομμύρια κιλοβατώρες. Ο σταθμός αυτός λειτουργεί από το 1954. Στο σημείο που αρχίζει η φυσική ροή του ποταμού Εδεσσαίου ή Βόδα, όπως αλλιώς είναι γνωστός, δηλαδή κοντά στο ανατολικό μέρος της λίμνης Νισίας, κατασκευάστηκε μεγάλο φράγμα εκτροπής του Εδεσσαίου ποταμού Από το φράγμα αυτό αρχίζει μια μεγάλη διώρυγα, που έχει μήκος 1480 μέτρα και που είναι στην ουσία και διώρυγα προσαγωγής της απαραίτητης ποσότητας νερού. Από το σημείο αυτό και έπειτα τα νερά διοχετεύονται μέσα σε σήραγγα, που έχει μήκος 1669 μέτρα Η σήραγγα αυτή καταλήγει στο θάλαμο της ισορροπίας ενώ από εκεί αρχίζει ένας μεγάλος χαλύβδινος αγωγός πτώσης, όπως λέγεται στη γλώσσα των τεχνικών, που οδηγεί το νερό στις τουρμπίνες του σταθμού. Επειδή τα νερά της Νισίας δεν ήταν αρκετά, για να εξασφαλίσουν τη λειτουργία του υδροηλεκτρικού σταθμού, ιδιαίτερα για τους καλοκαιρινούς μήνες, κατασκευάστηκε μια άλλη σήραγγα που συνδέει τη λίμνη Νίσια με τη λίμνη Βεγορίτιδα. Η σήραγγα αυτή, που έχει μήκος πάνω από έξι χιλιάδες μέτρα, διοχετεύει από τη λίμνη Βεγορίτιδα την απαραίτητη ποσότητα νερού στη λίμνη Νίσια. Η σύνδεση αυτή έγινε δυνατή, γιατί η λίμνη Βεγορίτιδα βρίσκεται πιο ψηλά από τη Νίσια. Ένα μεγάλο μέρος από τα νερά, που πλεονάζουν από τη λίμνη Βεγορίτιδα, διοχετεύονται διαμέσου της σήραγγας στην παλιά κοίτη του ποταμού Εδεσσαίου και χρησιμοποιούνται για την άρδευση μεγάλων εκτάσεων στην περιοχή του νομού Πέλλης. Για την καλύτερη αξιοποίηση και εκμετάλλευση του Εδεσσαίου ποταμού αποφασίστηκε η κατασκευή ενός ακόμα υδροηλεκτρικού σταθμού στην πόλη της Έδεσσας στο σημείο που είναι οι γνωστοί καταρράχτες. Έτσι, η χώρα μας απέκτησε μια ακόμη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, θα χάσει όμως μια από τις πιο σπάνιες ομορφιές της, όπως είναι οι καταρράχτες της Έδεσσας. Θεοδοσίου Κυριάκος, Παπαθεοδώρου Κατερίνα, Σελίδου Αντωνία (ΣΤ΄ Τάξη) |
||||
|
|
|